Η προοπτική ένταξης της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ

Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: «Μόνο η Τουρκία μπορεί να σώσει την Ευρωπαϊκή Ένωση από τo αδιέξοδο στo οποίo έχει πέσει, από την οικονομία μέχρι την άμυνα, από την πολιτική μέχρι το διεθνές κύρος. 

Η πλήρης ένταξη της Τουρκίας στην Ένωση μπορεί να τη σώσει. Είναι η Τουρκία, η πλήρης ένταξη της Τουρκίας που θα δώσει ζωή στην Ευρώπη, της οποίας η οικονομία και η δημογραφική δομή γερνάει ραγδαία. 

Όσο πιο γρήγορα η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίσει αυτές τις πραγματικότητες, τόσο το καλύτερο θα είναι γι' αυτήν. Όπως πάντα, επιθυμούμε να προωθήσουμε τη διαδικασία ένταξής μας στη βάση του αμοιβαίου οφέλους και του σεβασμού, με εποικοδομητική κατανόηση».

Αυτό είναι ένα απόσπασμα, από πρόσφατες (25-27/02/2025), δημόσιες δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου, μετά από συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου.

Η αλήθεια είναι πως στο παρελθόν η Ελλάδα, μέσω της Συμφωνίας του Ελσίνκι, προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την επιθυμία της Τουρκίας για ένταξη στην Ε.Ε. και την επιθυμία της Ε.Ε. για διεύρυνση προς την Ανατολή, με βασικό τότε στόχο, να προωθήσει την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς υποχρεωτική πρότερη επίλυση του Κυπριακού προβλήματος, και να συνδέσει τις ελληνοτουρκικές διαφορές με την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας.

Εκείνη τη περίοδο την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας χρωμάτιζε η πεποίθηση πως οι διαφορές με την Τουρκία πρέπει να αντιμετωπίζονται ενεργά, στη βάση της εθνικής μας κυριαρχίας και του διεθνούς δικαίου, αξιοποιώντας την ισχύ που μας δίνει η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα πλεονεκτήματα που μας εξασφαλίζουν οι διεθνείς συμμαχίες μας.

Η επώδυνη διαχρονική αδράνεια στο ζήτημα του Κυπριακού προβλήματος είχε δείξει πως η επ’ αόριστον παραπομπή των διαφορών με τη γείτονα σε μια μελλοντική κάθε φορά διευθέτηση, οδηγούσε στη διεύρυνση των Τουρκικών διεκδικήσεων.

Μετά το Ελσίνκι, παρατηρήθηκε μια αλλαγή του κλίματος στις σχέσεις των δύο χωρών, μείωση της έντασης στο Αιγαίο και αξιοσημείωτη βελτίωση των οικονομικών σχέσεων με την αύξηση του διμερούς εμπορίου και των ελληνικών επενδύσεων.

Σημαντική επίσης ήταν και η ενεργειακή συνεργασία με την από κοινού κατασκευή αγωγών φυσικού αερίου, που φιλοδοξούσαν να εξασφαλίσουν στην Ευρώπη αέριο μη ρωσικής προέλευσης.

Ωστόσο, οι μίνι-κρίσεις στο Αιγαίο δεν έλειψαν, καθώς η Τουρκία δεν μετέβαλε στάση σε κανένα από τα ζητήματα που θεωρεί ότι παραμένουν ανοιχτά στις διμερείς μας σχέσεις, ενώ μάλιστα φαίνεται να σκλήρυνε τη στάση της σχετικά με την αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος ορισμένων κατοικημένων νησιών (Αγαθονήσι, Φαρμακονήσι) στο πλαίσιο της θεωρίας των «Γκρίζων Ζωνών».

Η δυσκολία μετάβασης που εμφανίζει η γείτονα χώρα σε μια δημοκρατία δυτικού τύπου και η οποία κυρίως οφείλεται στο γεγονός ότι υφίστανται πολλά και διαφορετικά κέντρα εξουσίας στο εσωτερικό της, πιθανόν να δικαιολογεί την αλλοπρόσαλλη αυτή στάση της.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας, ουδέποτε αποδέχτηκαν την προοπτική της πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ. Η στάση τους αυτή, πρακτικά εμπόδισε την στρατηγική της Ελλάδας για ομαλοποίηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μέσα από τη Συμφωνία του Ελσίνκι.

Γιατί όμως η Γαλλία και η Γερμανία δεν επιθυμούν την πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.;

Αν λάβουμε υπόψη σχετικές δημογραφικές προβλέψεις, όπως για παράδειγμα την έκθεση «Το Μέλλον του Παγκόσμιου Μουσουλμανικού Πληθυσμού», το 2030, το ποσοστό των μουσουλμάνων στην Ευρώπη θα ανέλθει σε 8%.

Με τα σημερινά δεδομένα, το 2050 οι μουσουλμάνοι στη Γαλλία θα φθάσουν τα 6,9 εκατομμύρια (10,3% του πληθυσμού), στη Βρετανία τα 5,6 εκατομμύρια (8,2%) και στη Γερμανία τα 5,5 εκατομμύρια (7,1%). Εκτιμάται, πως πόλεις όπως το Παρίσι και οι Βρυξέλλες, θα είναι κατά πλειονότητα ισλαμικές, ενώ το συνολικό ποσοστό των μουσουλμάνων στην Ευρώπη αναμένεται να ανέβει στο 20-25%.

Παρόλο όμως που εκπονούνται μελέτες κι υλοποιούνται δράσεις και προγράμματα ενταξιακού χαρακτήρα, με στόχο την ενθάρρυνση της πλήρους συμμετοχής των μουσουλμάνων σε όλες τις πτυχές της συλλογικής ζωής των τοπικών κοινωνιών, η πραγματικότητα αποδεικνύει πως οι μουσουλμάνοι, δύσκολα αφομοιώνονται τελικά από τις τοπικές κοινωνίες.

Κι αυτό διότι, αντί να επιθυμούν τη συγχώνευση με το περιβάλλον, αντί να προσπαθούν να προσαρμοστούν στους κανόνες της κοινωνίας που ζουν, οι μουσουλμάνοι συνήθως εμφανίζονται να προτάσσουν τη διατήρηση μίας ισχυρής πολιτιστικής ταυτότητας.

Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής, πως η Σαουδική Αραβία για παράδειγμα, τα τελευταία χρόνια φέρεται να έχει ξοδέψει περίπου 100 δισ. δολάρια για την προώθηση του Ισλάμ παγκοσμίως.

Η εισροή αυτών των τεράστιων ποσών, είναι πολύ πιθανό να σχετίζεται με οικονομικά συμφέροντα, άμεσα συνδεδεμένα με τον έλεγχο της παραγωγής και της εμπορίας του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Αξιοσημείωτη είναι κι η ταχύτατη ανάπτυξη τραπεζικού συστήματος «ισλαμικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων», τα οποία εμφανίζονται να έχουν σημαντικές οικονομικές συναλλαγές με τις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις.

Επίσης, δεν είναι λίγοι αυτοί που συνδέουν τις πρακτικές εξάπλωσης αυτού του πολιτικού- οικονομικού - θρησκευτικού φονταμενταλισμού, με φαινόμενα βίας και διεθνούς τρομοκρατίας, τα οποία πολλές φορές στρέφονται ακόμα και εναντίον μουσουλμανικών κρατών, που επέτρεψαν τη ''δυτική διαφθορά'' να εισχωρήσει στις κοινωνίες τους.

Στην Ευρώπη, είτε λόγω δυσαρέσκειας για τις συνθήκες διαβίωσής τους, είτε λόγω θρησκευτικού φανατισμού που εναντιώνεται στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής και περιφρονεί τη ζωή των αλλοθρήσκων, είτε λόγω αντίδρασης στην ευρωπαϊκή αποικιοκρατία των περασμένων αιώνων, δεν είναι λίγες οι εξεγέρσεις, οι εν ψυχρώ δολοφονίες, οι βομβιστικές επιθέσεις, οι βιασμοί κι οι βιαιοπραγίες με δράστες μουσουλμάνους, γεγονός που έχει πυροδοτήσει πολλές εκδηλώσεις από αντι-μεταναστευτικά κινήματα, που διαμαρτύρονται για την «ισλαμοποίηση» της χώρας τους.

Για παράδειγμα, στις 07 ΙΑΝ 2015 η επίθεση στο γαλλικό σατιρικό περιοδικό «Charlie Hebdo», ήταν ξεκάθαρα ένα χτύπημα εναντίον της δυτικής παράδοσης, των κοσμικών αντιλήψεων και θεσμών.

Στις 3 ΟΚΤ 2019, στο αρχηγείο της Γαλλικής αστυνομίας του Παρισιού, ένας φανατικός Ισλαμιστής φέρεται να μαχαίρωσε θανάσιμα τέσσερις αστυνομικούς. Από τις ανακοινώσεις που ακολούθησαν, μάθαμε πως ο άνθρωπος αυτός εργάζονταν για δέκα χρόνια στον τομέα των μυστικών υπηρεσιών και ότι ήταν επιφορτισμένος με την πρόληψη της Ισλαμικής τρομοκρατίας. Επίσης μάθαμε, από το στόμα του ίδιου του Γάλλου Υπουργού Εσωτερικών, ότι υπάρχουν κι άλλοι εν ενεργεία αστυνομικοί που έχουν προσηλυτιστεί στο Ισλάμ, οι οποίοι βρίσκονται υπό στενή παρακολούθηση!

Στις 29 ΟΚΤ 2020 είχαμε τον αποκεφαλισμό ενός καθηγητή, πάλι στη Γαλλία, επίθεση η οποία επίσης καταγράφηκε στα γαλλικά ΜΜΕ ως Ισλαμιστική τρομοκρατική επίθεση. Συνολικά τα τελευταία χρόνια, περίπου 250 πολίτες έχουν χάσει τη ζωή τους, από μικρές ή μεγάλες επιθέσεις, για τις οποίες οι Γαλλικές Αρχές θεώρησαν υπεύθυνους μουσουλμάνους εξτρεμιστές.

Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να γίνει μια παρένθεση, για να επισημανθεί πως τα γεγονότα αυτά, αναζωπύρωσαν στην Ευρώπη τη συζήτηση γύρω από το φαινόμενο του Ισλαμικού Αριστερισμού. Έναν νεολογισμό, που αναφέρεται στην πολιτική συμμαχία μεταξύ Αριστεριστών και Ισλαμιστών.

Ο Γάλλος συγγραφέας Pascal Bruckner, τον ορίζει ως "η συγχώνευση μεταξύ της αθεϊστικής Άκρας Αριστεράς και του Θρησκευτικού Ριζοσπαστισμού.

Σύμφωνα με τον Μπρυκνέρ, ο Ισλαμικός Αριστερισμός είναι μια σύλληψη αφοσιωμένων Τροτσκιστών, οι οποίοι κατάλαβαν τη δυνατότητα του Ισλαμισμού να υποθάλπει κοινωνική αναταραχή και προωθώντας τακτικές και προσωρινές συμμαχίες με αντιδραστικές Μουσουλμανικές οργανώσεις, επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τον Ισλαμισμό ως "πολιορκητικό κριό", για να προκαλέσουν την πτώση του καπιταλισμού. Στη διαδικασία αυτή, βλέπουν τη θυσία των ατομικών δικαιωμάτων, ως ένα αποδεκτό τίμημα έναντι του υπέρτερου στόχου που είναι η καταστροφή του καπιταλισμού.

Οι Ισλαμιστές από την πλευρά τους, προσποιούνται ότι ενώνονται με την Αριστερά στην καταπολέμηση του ρατσισμού, της νεο-αποικιοκρατίας και της παγκοσμιοποίησης, ως τακτικό και προσωρινό μέσο για να επιτύχουν τον αληθινό στόχο τους, που είναι η επιβολή της "ολοκληρωτικής θεοκρατίας" της Ισλαμικής Διακυβέρνησης.

Η Ισλαμο-Αριστερή θεώρηση, φαίνεται να βρήκε επιτυχημένη εφαρμογή στα γεγονότα της Ιρανικής Επανάστασης, που οδήγησαν στην πτώση της Ιρανικής Μοναρχίας, καταλήγοντας στην εγκαθίδρυση Ισλαμικής Δημοκρατίας, με ιδρυτή τον Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί.

Η Ιρανική Επανάσταση θεωρείται φαινόμενο μοναδικό στη Παγκόσμια Ιστορία, σε σχέση με τις άλλες Επαναστάσεις, για την ταχύτητα με την οποία έφερε ριζικές αλλαγές και για την έκπληξη που προκάλεσε διεθνώς.

Κατά γενική ομολογία διακρίνονταν από την έλλειψη μιας κεντρικής ιδεολογικής ταυτότητας, στοχεύοντας αποκλειστικά στην πτώση του Σάχη, ωστόσο πιστεύεται, πως το καθόλα μαζικό αυτό Επαναστατικό Κίνημα, ενδεχομένως να μην είχε την ίδια μορφή, αν ήταν εκ των προτέρων γνωστό πως θα οδηγούσε στη μονοκρατορία του Χομεϊνί.

Στη Γαλλία, η Φρεντερίκ Βιντάλ, ως Υπουργός Ανώτατης Εκπαίδευσης, είχε ανακοινώσει πως το κρατικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Ερευνας, θα εξέταζε το φαινόμενο του «Ισλαμοαριστερισμού» στην Ευρώπη, διότι όπως δήλωνε, ο «Ισλαμοαριστερισμός» διαφθείρει όλη την κοινωνία, περιλαμβανομένων των πανεπιστημίων», καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένοι καθηγητές προωθούν υπερβολικά «ριζοσπαστικές» και «ακτιβιστικές» ιδέες.

Η απάντηση σε αυτές τις απόψεις ήρθε από τη διάσκεψη των πρυτάνεων, η οποία χαρακτήρισε τον Ισλαμικό Αριστερισμό «ψευδοέννοια», την οποία χρησιμοποιεί κυρίως η άκρα Δεξιά. Με ασυνήθιστα σκληρή γλώσσα, ο ακαδημαϊκός κόσμος της Γαλλίας, απέρριψε τις κατηγορίες της κυβέρνησης και ο οργανισμός που επρόκειτο να πραγματοποιήσει την έρευνα, ανακοίνωσε ότι δεν προτίθεται τελικά να την κάνει.

Η μάχη αυτή, για τις θεωρίες της κοινωνικής επιστήμης που τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πρωτοσέλιδο σε αρκετές μεγάλες γαλλικές εφημερίδες, εντάσσεται αναμφίβολα σε έναν γενικότερο προβληματισμό στη Γαλλία και στην Ευρώπη, που εκδηλώνεται πολλές φορές με μαζικές διαδηλώσεις για τον ρατσισμό και την αστυνομική βία, αντικρουόμενες απόψεις για τον φεμινισμό και εκρηκτικές συζητήσεις για το Ισλάμ και τον Ισλαμισμό.

Ζούμε σε έναν κόσμο, που φαίνεται να οδεύει μαθηματικά, στο σημείο να διώκει ποινικά όλους όσους εκφράζονται διαφορετικά από την γνώμη που διεθνώς επικρατεί, όπως λ.χ. στην περίπτωση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, όπου γενικά έχει επικρατήσει η αντίληψη πως η κατάρρευση του Δυτικού Πολιτισμού και η επερχόμενη Αποκάλυψη, οφείλονται αποκλειστικά και μόνον στην συμπεριφορά του ανθρώπου απέναντι στο περιβάλλον και αποσιωπάται η πολιτική σπέκουλα που υπάρχει μέσω της σύμπραξης επιστημόνων, επιχειρηματιών και διάφορων ΜΚΟ, με στόχο την προώθηση του αφηγήματος της ''πράσινης ανάπτυξης'', ώστε ο Δυτικός Καπιταλισμός μέσω της Παγκοσμιοποίησης, να δραπετεύσει εν τέλει από τις ευθύνες που γέννησε η χρεοκοπία του!

Σε κάθε περίπτωση, μοιραία, το πολιτικό αποτέλεσμα που προκύπτει είναι η ενίσχυση των κομμάτων της ακροδεξιάς, με όλες τις ακρότητες που αυτά πρεσβεύουν, ενώ είναι απολύτως ξεκάθαρο πόσους κινδύνους το φαινόμενο αυτό εγκυμονεί γενικά, για την πολιτική και κοινωνική σταθερότητα στην Ευρώπη.

Είναι πλέον περίπου βέβαιο, πως οι συνθήκες πόλωσης που επικρατούν, ευνοούν την κοινωνική αποσταθεροποίηση και δημιουργούν τις προϋποθέσεις για εστίες κοινωνικών εκρήξεων με ανυπολόγιστες συνέπειες.

Άρα, η πλήρης ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, φαίνεται να σκοντάφτει στο τρόπο που η Δύση αντιλαμβάνεται την επέκταση του Μουσουλμανικού στοιχείου στην Γηραιά Ήπειρο και καλό ίσως είναι, η Ελλάδα, να θυμάται πού και που τις συνεχείς προκλήσεις της γειτονικής μας χώρας, ως απόρροια του νεο-οθωμανισμού της Άγκυρας, που φαίνεται να απειλεί πλέον σοβαρά την εθνική μας ασφάλεια, αν λάβουμε υπόψη και τις συνταρακτικές γεωπολιτικές αλλαγές που συντελούνται σήμερα.

Στο πλαίσιο αυτό, το ερώτημα που αβίαστα προκύπτει είναι:

Γιατί για την Ελλάδα και κατ' επέκταση για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η προοπτική ένταξης της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, να είναι ένα θέμα απαγορευμένο προς συζήτηση;



Είναι γεγονός, πως α
πό το 2001 που ο Γιάννης Παρίσης περιέγραφε τη στρατηγική συνεργασία που ανέπτυξε η Ρωσία με το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., ανάγκη που γέννησε η υπερβολική διασπορά των πυρηνικών, η τρομοκρατία και ο ισλαμικός φανατισμός, απότοκο της κατάρρευσης του κομμουνισμού και της διάλυσης της Σοβιετικής Ενώσεως, έχουν αλλάξει αναμφίβολα πάρα πολλά.

Το γεγονός όμως που σημάδεψε αυτή τη σχέση και που δημιούργησε νέα δεδομένα, ήταν η κατάρρευση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, αρχής γενομένης από τη χρεοκοπία του αμερικανικού τραπεζικού και επενδυτικού κολοσσού της Lehman Brothers, τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα των ΗΠΑ εκείνη την εποχή.

Ήταν 15 Σεπτέμβρη του 2008.

Η προσπάθεια της παγκόσμιας κοινότητας να αντιμετωπίσει τη χρεοκοπία του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, γέννησε σοβαρά προβλήματα δημοκρατίας, ραγδαία όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, αδυναμία, σύγχυση, αβεβαιότητα, γεωπολιτική κρίση.

Η σύμπλευση ΝΑΤΟ – Ε.Ε. - Ρωσίας, τη περίοδο της διάλυσης του Συμφώνου της Βαρσοβίας, έδωσε στη παγκόσμια κοινότητα τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει με επιτυχία, το κενό ασφαλείας που δημιουργήθηκε, δημιουργώντας ταυτόχρονα προϋποθέσεις ανάκαμψης και προοπτικής.

Σήμερα, τηρουμένων των αναλογιών, αντί να μπούμε σε μια ατέρμονη παγκόσμια κούρσα εξοπλισμών με αβέβαιο αποτέλεσμα, δεν θα ήταν καλύτερο, να εξετάσουμε το ενδεχόμενο η Ρωσία να γίνει πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ;

Λαμβάνοντας υπόψη όλα όσα έχουν συμβεί στο παρελθόν, χρέος της Ρωσίας είναι, να στηρίξει σήμερα μια Στρατηγική Σύμπραξης, αντίστοιχη με αυτή που προέκυψε τη περίοδο της διάλυσης του Συμφώνου της Βαρσοβίας, στη βάση βέβαια Σχέσεων Αμοιβαίου Οφέλους, προς χάριν της Παγκόσμιας Ασφάλειας και ευημερίας.

Διαβάστε σχετικά, το πολύ ενδιαφέρον άρθρο στη σελίδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών, ''Ρωσία: 10 χρόνια μετά - Προσεγγίζοντας τη Δύση'', του Ιωάννη Παρίση, ακολουθώντας τον σύνδεσμο: https://elisme.gr/10-3/

Το παρόν άρθρο, θίγει τα ανωτέρω ζητήματα προς προβληματισμό, ενόψει και του επικείμενου πολιτικού συνεδρίου του ΠΑΣΟΚ, το φθινόπωρο του 2025.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις